Κυριακή 30 Μαΐου 2010

Σημειώσεις απ τη Μέση Πολιτεία 12


Κόκκινο φέγγει κόκκινο έρχεται και φεύγει, μικροσκοπικό λαμπιόνι σε ενέδρα από νυχτοπούλια ξεσκισμένο γυαλί και λάμπα με τα μυαλά της να εκτοξεύουν σπινθήρες στο πεζοδρόμιο μετά από παρατεταμένες ραμφιές. Πίσω από μουσαμάδες και ξύλινους τοίχους, με καλογυαλισμένα καθρεφτάκια στο τοίχο και αφίσες του Mucha, αυτές οι αυστηρές, ποτέ κατακτήσιμες γυναίκες με τα μακριά μαλλιά, θυμήθηκα και τη πρώτη φορά που είχα δει πίνακα του Κλιμτ και ένιωθα ότι είχα ερωτευτεί και ότι κάποια απ' τις φιγούρες του θα έρθει να με νανουρίσει και να μου προσφέρει τα μικροσκοπικά, φανταστικά της στήθια σα προσκέφαλο και δεν ήξερα καν ότι ο Κλιμτ ήταν αυτός που με είχε ερεθίσει πνευματικά τόσο, παρά μόνο οι γυναικείες φιγούρες του και τα χρώματά του.

Ο Κλιμτ αγαπούσε τις γυναίκες πολύ. Όπως οι περισσότεροι από μας, αλλά δεν είμαστε Κλιμτ. Δεν είμαστε καν καλλιτέχνες.

Στο δρόμο για το Δημοτικό της Μέσης Πολιτείας, είχαν αδειάσει έναν ρινόκερο στολισμένο με χάντρες στο κέρατο και φανταχτερά παπλώματα στη πλάτη, τον είχαν δέσει με ένα λουρί και τον τάιζαν με τις παρανυχίδες τους. Τις έκοβαν με τα δόντια, μαζεύοντας μαζί και κομματάκια κρέατος, και του τις πρόσφεραν σε ένα κοκκάλινο δοχείο στρογγυλό. Ο ρινόκερος ήταν ο Χριστός, πιστεύω. Δε ξέρω τα έθιμα της Μέσης Πολιτείας. Η Μέση Πολιτεία στριφογυρνάει συνεχώς και ανακαλύπτει νέα έθιμα κάθε βδομάδα.

Ο κόσμος περπατούσε. Οι νυχτιές είχαν γίνει γλυκές. Δεν ήξερες όμως ακόμα αν θες να φορέσεις το παλτό σφιχτότερα ή να βγεις έξω γυμνός. Ίδια ζέστα την ίδια χρονική στιγμή με το τσούξιμο το ελαφρύ από τον αγέρη. Αλλά ο κόσμος περπατούσε. Σαχλαμάριζε, τσακωνόταν, περπατούσε αμίλητος σα να έψαχνε ένα μέσο για να απελευθερώσει τις ορμές του, που ποτέ δεν έβρισκε. Οπότε απλά περπατούσε. Μαζί του περπατούσα κι εγώ. Δε μου άρεσε που δεν είχα καταφέρει να εκμεταλλευτώ τις περιστάσεις και να φτιαχτώ όσο μπορούσα. Λίγα κέρματα στη τσέπη έμειναν εκεί, όταν ανακάλυψα πως είχαν τελειώσει τα αποθέματα ζύθου σε κάθε ανοιχτό μίνι-μάρκετ της Μέσης Πολιτείας.

Μπορεί να ποτίσανε τον μαλακισμένο, χοντρό ρινόκερό τους με τις μπύρες μου. Δε ξέρω και δε με ενδιαφέρει. Ας κάνουν ότι καταλαβαίνουν. Και αν μεθύσει ο ρινόκερος, εγώ δε θα τρέξω πουθενά- θα'μαι ήδη στο διαμέρισμά μου και θα τους κοιτάω απ' το μπαλκόνι.

Άλλο ένα παιχνίδι που θα παίξω πάλι. Μοσαϊκό από κουνούπια, ερείπια παλιάς γαλέρας τιγκαρισμένης στους πνιγμένους ναυτικούς του χτες, ανάσες πάνω στο τζάμι του μπαλκονιού και δυο σώματα να πιέζονται πάνω του, με μικροσκοπικά, φανταστικά στήθη γυναικεία να αποτυπώνονται δίπλα απ' τη κουρτίνα τη σκωτσέζικη, ανάσες πάνω στο ποτήρι και η ίδια υπόσχεση όπως πάντα ((όπως τότε στην Αθήνα με τα τσίπουρα, δε θα πιω ιδιαίτερα ούρλιαζα, και τερματισμένος απ' όλα, σε κείνο το φτηνό τσιπουράδικο, να παραπατάω και να ζητάω αναπτήρα από κείνη την πολύχρωμη, φανταχτερή παρέα μπουζουκόβιων, παππάς, παππάς, να με ρωτάει κεφάτο το ένα κοστούμι απ' τα υπόλοιπα, παπάρας, παπαροπαπάρας να του λέω πετώντας τον αναπτήρα απαλά στο μέρος του αφού άναψα το στριφτό μου και οι παλλακίδες της παρέας να κάνουν πως κρατάνε το κοστούμι που δήθεν παρεξηγήθηκε, παπάρια, ακόμα μια επίδειξη αντρίλας μπροστά στην θηλυκή αγέλη, σας ήξερα από πριν, σας γνωρίζω κάθε μέρα και καλύτερα)), αρχιτεκτονική των σκουπιδιών σε εσωτερικό χώρο, σεραφείμ που την έχουν ακούσει απίστευτα από τα κοκόρια και πετάνε με υπερταχύτητα, φλυαρώντας ακατάπαυστα και παρασέρνοντας μες την βαβούρα τους πινακίδες απ' την Εθνική, στο 365 σημείο ακριβώς, και ο Αμπραξάς τρίβει τα χέρια του στο γηροκομείο που τον έχουνε πετάξει δω και χρόνια, με μαλάκυνση και σε αναπηρικό καροτσάκι.

Ο ιδρώτας που πέφτει απ' τα μούσια, σκάει στα βρώμικα, μουτζουρωμένα μου δάχτυλα, ό,τι τρώω είναι το ίδιο που θα χέσω αργότερα, αρμαδίλος με πέτρινη μάπα, Αιγύπτιος μονάρχης και ταπεινός βρωμόσκυλος την ίδια στιγμή, και αυτός ο μαυρομάτης βρωμόσκυλος θα τη μαγκώσει την κοπελάρα του Κλιμτ και αυτή θα τον τρέφει και θα τον κοιμίζει και θα του προσφέρει το σώμα της για μια ζωή ολόκληρη.

6 σχόλια:

Gogoth είπε...

οκ αυτο μου αρεσε παρα πολυ.

Λιος είπε...

να'σαι καλά δεσποινίς Γογόθ.

*p.s: 2ο comment απ την αρχοντιά σας!

Gogoth είπε...

ρε στο'χω πει, παντα σε διαβαζα, απ'την αρχη. απλα δισταζα να σχολιαζω λογω του, πως το'χες πει κι εσυ τοτε στο δικο μου, ειναι εκ των εσω φαση και παταγα στις μυτες μη χαλασω το κλιμα.

Λιος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Λιος είπε...

*διέγαψα κατά λάθος το προηγούμενο σχόλιο που είναι ίδιο με το προηγούμενο και έλεγε εν ολίγοις ότι για να πατάει στις μύτες κανείς σε έναν τέτοιο σκουπιδότοπο/μπουνταλομάγαζο, πρέπει να είναι αξιολάτρευτος.

((Περίληψη του ήδη σύντομου προηγούμενου σχολίου))

Gogoth είπε...

δεν ειμαι αξιολατρευτη, απλα αξιολατρευω και σεβομαι αυτου του τυπου τους σκουπιδοτοπους.