Τρίτη 4 Μαΐου 2010

Κρόνος


Θαρρώ πως το σύμπαν μπορεί να χωρέσει μέσα στη χούφτα ενός νεογέννητου, και πως τα αστέρια είναι το ψωλόχυμα το αστραφτερό από διαγαλαξιακές ψωλές γιγάντιες, που περιφέρονται στο σύμπαν φορώντας το μανδύα των δορυφόρων αντίληψης. Επισημαίνω επίσης σιωπηλά στη κούτρα μου, με ηχώ από χίλιους βρυχηθμούς από λιοντάρια βαρβατοψώλικα και ψωλοβροντάδικα να αυτολογοκρίνεται, την σημασία του έκτου πλανήτη απ' τον ήλιο, αυτόνα που παλαιότερα γέννησε ένα μάτσο Ολύμπιους μόνο και μόνο για να λιδώσ' τ'αντεράκι του στη συνέχεια, και που είναι ο ίδιος με τον ξερόλα που ανταμοίβει στη ζωή μέσω εμποδίων και που δεν ανέχεται την προδοσία, λες και του πέφτει λόγος, που είναι ο ίδιος με τον βουκόλο αγρότη-θεό που δε ξέρω, οι Σουμέριοι έπαψαν να με ενδιαφέρουν δω και χρόνια.

το θέμα είναι: ο πούστης ο 6ος απ τον Ήλιο, διασκεδάζει με μας.
Είναι η περίοδος που όλοι κοιτάμε τις ευθύνες μας.
Γάμα μας.
Δεν έχω ευθύνες.
Είμαι τεμπέλης, βρωμιάρης, και ανεύθυνος.
Η μόνη μου ευθύνη είναι να βρω το δρόμο για να ζωγραφίσω
και μετά για το σούπερ μάρκετ, στο διάδρομο με τις βότκες
και μετά για το πληκτρολόγιο.

Φαντάσου αυτό, κατάπιε ταμπλέτα και τρίπαρε λίγο μαζί μου:
Ένας αχανής χώρος, κατάμαυρος
στο βάθος αχνοφαίνεται η λάμψη από κάποιο θησαυρό
που στη πραγματικότητα είναι αστέρια που σουτάρουν
στο απόλυτο κενό, τα μέλη του σώματός σου δεν υπακούν κανέναν
και τίποτα
περιφέρεσαι στο τίποτα
ψάχνοντας για ζωτικά μέλη του σώματος ζωτικά όργανα
γυρνάς το κεφάλι
και μέσα από τη σκοτεινιά
ένα έμβρυο αιωρείται αργά αλλά σταθερά
κλάνοντας ευλογία κάθε 3 δεύτερα ακριβώς
δίχως ήχο!
δίχως βρώμα!

Και μετά το αντίστοιχο, το θνητό, το τόσο σιχαμερό και πολύτιμο:
Τέσσερις τοίχοι και κάτι παραπάνω
Ο χώρος να αλλάζει κατά βούληση
λερωμένα πλακάκια με βούλες μικροβίων,
τραπέζι με ζιγκουράτ από χαρτιά, σπόρια και μπουκάλια
Τα μέλη του σώματος να φαγουρίζουν, τα ζωτικά όργανα να πονάνε
το σώμα να απαιτεί,
λες και του πέφτει λόγος- του μαλάκα!
Και μέσα από τη σκοτεινιά
διακόπτωντας τον ύπνο που σου ανήκει, σου αξίζει,
έστω και μεταξύ καναπέος και πατώματος,
φιγούρες δίχως χαρακτηριστικά να εξαφανίζονται μέσα σε ένα δεύτερο
σαν ατμοί, σα καπνός
και να μη ξέρεις
αν πρέπει να γελάσεις, συνηθισμένος πλέον
ή να ενταχθείς στη στιγμή
και να πανικοβληθείς, να βγεις έξω.

Σίγουρα έξω οι άνθρωποι είναι πολύχρωμοι και λαμπεροί
και έχουν και μάτια και χείλη και στόμα
και αυτιά
και μαλλιά.

Ο ασβέστης τρώει τους αρουραίους με στόμα από ξεραμένη ηδονή,
ψιθυρίζοντας ο ποιημένας στο κουράδι του συγχώρεση, γεμίζει το όπλο,
και χύνει τα μυαλά απ' το τσομπανόσκυλο στο παχύ, υγρό γρασίδι,
το αυλάκι σέρνει στα κολπικά του υγρά την βρώμα και τη σιχαμάρα
2010 και βάλε χρόνων,
το πηγάδι τα κάνει τσανάκια με τον άνεμο, και οι δυο μαζί,
μαρτυρούν στη πλάση όλη τα μυστικά, που κάποτε,
ένα ερωτευμένο, παράνομο ζευγαράκι του εξομολογήθηκε,
ένα άλογο που είναι ο καρκίνος ο ίδιος των πνευμόνων ξερνάει αίμα
και με μάτια γαλάζια απ' την τρέλα, παρατηρεί τα βουνά να ρητορεύουν
υπέρ της ζωής και της ανάσας της ελεύθερης,
ο ωκεανός αποφασίζει πως βαρέθηκε εμάς, τους αποτυχημένους στα δύο ποδάρια,
σκίζει τη κοιλιά του με τα ίδια του τα νύχια και ξαμολάει στη στεριά
μυστικά αιώνων φονικά, χυσαμόλια αντίληψης! σα τα αστέρια!

Ω ναι.
Το ξέρω.
Αν στο μέλλον χαρτογραφήσουμε και την τελευταία σπιθαμή του εσωτερικού του στομάχου του μπαρμπα-ωκεανού, τότε ναι, θα'χουμε χάσει και τη τελευταία σπιθαμή από ποίηση στη ζωή μας. Όπως έγινε με τα αστέρια. Όπως έγινε με τα σκουλήκια στο έδαφος, πριν αιώνες.

Βλέπω και το μυστάκιο του πατέρα μου να λάμπει στο σκοτάδι προβληματισμένα,
έτοιμο να πάρει 8 μήνες αναγκαστικές διακοπές σε ένα ωραίο τσιμεντένιο δωμάτιο
μια σκιά του εαυτού του- αλλά τι περίμενες;
Ωραία έζησες γέρο μου. Και θα ζήσεις κι άλλο.
Τσιγάρα θα σου φέρνω γω. Ωραία θα σαι.
Αν και ακριβύνανε.
Μισό πακέρο, έστω.
Να το μειώσεις κιόλας.

Τι σε προβληματίζει μάγκα μου.
Τι ακριβώς;
Το δωμάτιο το ίδιο το αμίλητο
ή η καρέκλα η τσιμεντένια στο κέντρο του,
που αναγκάζεται να σου γλύφει τη κωλοτρυπίδα
κάθε μέρα, με τις ώρες;

Τι σε προβληματίζει μάγκα μου.
Τι ακριβώς;
Το ότι ακόμα έχεις έστω και ελάχιστη λαχτάρα να δείξεις παραέξω ότι αξίζεις σε κάτι
έστω και σε ένα πράμα μόνο, σε αυτή τη κωλοζωή,
ή το ότι στη πραγματικότητα, φοβάσαι να δεχτείς
ότι δεν σου αξίζει να κοπανάς πλήκτρα;

Ο Θορώ είναι ωραίος για το χέσιμο,
ο Μπλέηκ γαμάτος για την αιώρα, το καλοκαίρι,
ο Σελίν είναι μια εμπειρία που σε αλλάζει σα το φίδι και το δέρμα του,
ο Μπουκόφσκι το άλλοθι του ψυχαναγκαστικού κρασοπατέρα,
κακομαθημένου κωλόπαιδου,
ο Μπύχνερ το σύνολο όλων όσων ίσως αγαπήσεις όταν έχεις τις μαύρες σου,
ο Ζαρύ ο Αλφρέδος μια εμπειρία όπως η πρώτη φορά που σκουπίστηκες μόνος σου
μετά το χέσιμο,
ο Ράινχαρτ ή Κοκροφτ ένας απολαυστικότατος κομπογιανίτης,
ο Καστανέντα ένας ημίτρελος γεροξούρας κομπλεξικός, με τρελό ταλέντο
στα λογοτεχνικά κόλπα,
ο Σαρτρ άβολος και δυσκοίλιος μα θεραπευτικός,
ο Ντοστογιέφσκι παράπλευρα ηδονικός και σκουριασμένα υπέροχος,
ο Απολιναίρ στο κόσμο του,
ο Κόρσο ανεπιτήδευτος μα λίγος,
ο Γκίνσμπεργκ άλλοτε θεραπευτικός και πλέον φανφαρολόγος,
ο Κρόολυ φοβερός, λαμπερός σόουμαν και κωμικός,
ο Όστιν-Οσμαν Σπάρε/Σπέαρ επικίνδυνος, χυδαίος, τρομακτικός, απαραίτητος
ο Ελιφά Λεβί παλαιομοδίτης, κουλτουρομπινές μα διαβασμένος.

10,000 καψόνια για το νου,
10,000 στόματα από αιθέρα για να θρέψεις,
10,000 κύκλοι από νεκρά περιστέρια,
10,000 φτερά από παγώνι κρεμασμένα στο ταβάνι
και μπολιασμένα με αίμα από γουρούνα που μόλις γέννησε.

Κάποτε έψαχνα για έναν μανδραγόρα.
"Υπάρχει", έλεγα!
"Και θα τον βρω".
Μικρός και αστείος, χαζός.
Ακόμα και το σκύλο μου επιστράτεψα δεμένο με κορδονάκι
άπαξ και τον έβρισκα τον Μανδραγόρα, να τον έστελνα σε αποστολή αυτοκτονίας.
Μετά απλά έπιασα γκόμενα.
Τι να τον κάνεις το Μανδραγόρα;
Η μισή του γοητεία είναι η Πράξη, η Κραυγή.

Είναι μισή σκλαβιά.
Το να κοιμίζεις το μωρό, το κοριτσάκι του αφέντη σου,
ενώ αυτός με τη γυναίκα του λείπει για δεξιώσεις,
νανουρίζοντάς το βελούδινα,
ενώ την ίδια στιγμή παραμελείς το δικό σου το σπλάχνο
να πεθαίνει στο σπίτι από πυρετό.

Αποφάσισα ότι αυτή τη περίοδο ξαναερωτεύομαι.
Πράγμα δύσκολο. Με φουρτούνες, από θάλασσες βότκας
και καταχρήσεων.
Αλλά θα δουλέψει.
Ανάμεσα σε όλα τα άλλα
ο άνθρωπος μερικές φορές
χρειάζεται την ψευδαίσθηση
ότι κάποιος θα πέθαινε για αυτόν
και ότι θα τον ταϊζει και θα τον ποτίζει
μέχρι το θάνατο.

Τη γουστάρω αυτή τη ψευδαίσθηση.
Ακόμα κι αν
δε θα πέθαινα
ούτε καν
για γονιό μου.



3 σχόλια:

Unknown είπε...

Τα βραδινά, πιωμένα ποστ του Ηλία μάς γαμάνε την ψυχούλα

(κι αυτό είναι κοπλιμάνι).

Λιος είπε...

Να΄χαμε και μεις μεγάλη ψυχούλα σα της Πούκας, να γαμιότανε και η δικιά μας πού και πού

(κι αυτό είναι κοπλιμάνι επίσης!)

Unknown είπε...

μας κακομαθαινετε κυριε πρεσβη :S