Κυριακή 30 Μαΐου 2010
Σημειώσεις απ' τη Μέση Πολιτεία 11
Ο κύριος 1 κοπάναγε τα πινέλα με τις ξεροχυμένες ακουαρέλες στο χαρτόνι που'χε στεριώσει στον τοίχο δίπλα απ' τον καναπέ. Σχεδίαζε τον κύριο 3 να ζωγραφίζει τα δικά του, σε μια κόλλα χαρτί, και τον κύριο 6 από δίπλα να παίζει φυσαρμόνικα. Ωραίος ζωγράφος ο κύριος 1. Ο κύριος 4 έφερνε βόλτες, παρακολουθώντας το φαγητό που ζεσταινόταν στη κατσαρόλα. Κρέας. Ο κύριος 4 πείναγε αφάνταστα.
-Δε νόμιζω να φάμε σήμερα.
-Χμ;
-Από τι ώρα μαγειρεύουμε;
-Από τις 2 το μεσημέρι, θαρρώ.
-Και τι ώρα είναι τώρα;
-7 και είκοσι.
Πιο δίπλα, ο κύριος 5 είχε αράξει στο πάτωμα, δίπλα από την κουρτίνα, σχεδιάζοντας ζαλισμένα και αυτός.
-Πολλή καλλιτεχνεία σήμερα, ε;
-Ναι...ναι...
Ο κύριος 1 ζαλιζόταν επίσης, το πρόσωπό του είχε κιτρινίσει και οι κινήσεις του ήταν μετρημένες. Μόνο μπροστά από το χαρτόνι έδειχνε σημάδια ζωής. Ο κύριος 4 κάθισε σε μια απ' τις σκόρπιες καρέκλες του σαλονιού και άρχισε να γελάει μαζί με τον κύριο 6, ο οποίος προσπαθούσε να παίξει άτσαλα στην φυσαρμόνικα το τραγούδι που παίζουν στους γάμους. Ο κύριος 3 ανασκουμπώθηκε λίγο και έτριψε τα μάτια του, κοιτάζοντας ταυτόχρονα το σχέδιο του κυρίου 1.
-Με έχεις κάνει με ένα πόδι.
Ο κύριος 1 συνέχιζε να ζωγραφίζει.
-Και επίσης, μου'χεις...πφφφ, πώς το λεν...μου χεις προσθέσει παραπάνω μούσια... υπερβολικά πολλά θα'λεγε κάποιος με σώας τας φρένας.
Ησυχία.
-Με έχεις κάνει σα παράλυτο φαλαινοθήρα.
-Σκάσε. Θα σε φτιάξω. Αρχή είναι...αρχή είναι ακόμα. Ε...σκάσε.
-Και μένα, πετάχτηκε και ο κύριος 6, φτιάξε τη κουκούλα που φοράω καλύτερα.
-Ναι.
-Και το κεφάλι μου είναι πολύ μικρό.
-Ρε μαλάκες...;!
Ο κύριος έκανε πίσω, ακίνητος, μουδιασμένος, μας κοίταξε με τα πεσμένα στο στόμα μάτια του και είπε,
-Θα με αφήσετε, να πούμε, να ζωγραφίσω...;
-Εμείς απλά...λέμε ό,τι βλέπουμε.
-Δε βλέπετε καλά. Είστε υπό την επήρεια.
-Κι εσύ το ίδιο...έτσι...;
-Ναι αλλά εγώ ζωγραφίζω. Άρα, σας παρατηρώ...εσείς απλά κοιτάζετε.
-Κι εγώ...κι εγώ ζωγραφίζω...
-Εσύ δε ζωγραφίζεις. Ανεβοκατεβάζεις το πενάκι και τριπάρεις με τη κίνηση...
-Άρα ζωγραφίζω...;
-Πρέπει να έχεις συναίσθηση του τι κάνεις. Εγώ αυτό λέω...
-Είσαι απόλυτος...και είσαι λάθος...
-Όχι...κοίτα να δεις...πάντα θα υπάρχει αυτό που λέμε...εεεεεμμφφφ...ο παράγοντας "χ", ας πούμε...Το στοιχείο που θα σου δώσει ώθηση να φτιάξεις κάτι. Καλό είναι. Αρκεί να ξέρεις γιατί κάνεις τι...
-Δε διαφωνούμε καθόλου...μα...κάτσε...πώς έβγαλες το συμπέρασμα ότι δε ξέρω τι κάνω...;
-Δε λέω για σένα...γενικά μιλάω...
-Κύριε 1...αυτή η κουβέντα δεν έβγαλε κανένα...μα κανένα...απολύτως...
-...νόημα, ψιθύρισε ο κύριος 5, μέσα από το έντονο χρατσαχρούτσα του μολυβιού στο χαρτί του.
Το κρέας ακόμα προσπαθούσε να βράσει στη κατσαρόλα. Φουρνάκι μηδέν. Η ώρα περνούσε. Οι πρώτες σκουριές στα σύννεφα ήταν γεγονός αδιαπραγμάτευτο.
-Στηθείτε, φώναξε ο κύριος 1 ξαφνικά προς τη δυάδα του καναπέος.
-ΜΙΛΑ ΠΙΟ ΕΥΓΕΝΙΚΑ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ!
-Εεε...όχι, κύριε 6...
-Μας έφερες στο σπίτι σου, θα μας πηδήξεις κιόλας;
-Όχι, κύριε 6...νομίζω εννοούσε να στηθούμε καλύτερα στο καναπέ...ξέρεις...μάλλον αλλάξαμε θέση χωρίς να το καταλάβουμε...και ξέρεις...
-...ζωγραφίζει, ψιθύρισε άλλη μια φορά ο κύριος 5.
Ο κύριος 1 συνέχιζε να πετάει ακουαρέλες στις φιγούρες του, ο κύριος 5 να γρατζουνάει το χαρτί, ο κύριος 4 να φέρνει βόλτες απ' τη καρέκλα στη κουζίνα, ο κύριος 3 με το κύριο 6 να αράζουν στον καναπέ. Και το κρέας να βράζει με τις ώρες, ποτέ να μην είναι έτοιμο, και τα σύννεφα να σκουραίνουν κι άλλο.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου