Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010
Σημειώσεις απ' τη Μέση Πολιτεία 16
Οι προσκυνητές μαζεύτηκαν και ετοιμάζονται για μαζική αναχώρηση. Περπατώντας τα κορφοβούνια ντυμμένοι σαν γιατροί τη περίοδο της πανούκλας. Τρομακτικό θέαμα. Υπερτροφικά, κατάμαυρα πουλιά, ανθρωπόμορφα, σιωπηλά και βλοσυρά. Που, παρεμπιπτόντως, δε πιστεύουν σε κάποιο θεό. Προσκυνάνε απλά για να προσκυνήσουν, και γι'αυτό το λόγο οι κάτοικοι της Μέσης Πολιτείας τους θεωρούν άγιους και ανθρώπους χρήζοντες σεβασμού, γενικότερα. Ο κύριος 4 τους σκιάζεται σα θέαμα, μη μπορώντας να βρει κάτι αγνό πάνω τους. Ή ίσως επειδή θεωρούνται παράδειγμα αγνότητας από όλους εκτός από αυτόν.
Το μπάνιο του κυρίου 1 έχει γεμίσει μυρμήγκια. Το μεσημέρι, κάποια συγκεκριμένη ώρα, κλάνουν όλα μαζί, και σε συνδιασμό με τη κουφόβραση, λένε πως βρωμάει απίστευτα. Τα μυρμήγκια της Μέσης Πολιτείας είναι τριχωτά και τεμπέλικα. Λιονταρομέρμηγκες. Σέρνικα-θηλυκά όμως. Σκαρφαλώνουν στη μπανιέρα βαριεστημένα και μένουν εκεί μέχρι να πεθάνουν της πείνας.
Ο κύριος 3 καθόταν και έκανε κυκλάκια με το καπνό και το σάπιο του δόντι είχε μισοπεταχτεί όξω, πονώντας πλέον αφόρητα και απαγορεύοντάς του να φάει οτιδήποτε για το υπόλοιπο της μέρας. Ο κύριος 1 ξεπάγωνε γρανίτα μοσχαράκι από τη κατάψυξη και την έλιωνε σε κατσαρόλα με ζεστό νερό, καπνίζοντας επίσης αρειμανίως. Τα κυκλάκια του ενός ενώνονταν με τα συννεφάκια του άλλου και καμώνονταν ότι δήθεν φτιάχνανε το σύμπαν απ' το μηδέν, ξανά, σε συνθήκες δωματίου πάντα. Προς το παρόν ήταν στη φάση που άνοιγαν το τίποτα, το χάος, και προσπαθούσαν να το στραγγίσουν, φτιάχνοντας χώρο, συγκεκριμενοποιώντας το. Στυ συνέχεια θα πέταγαν ένα κομμάτι αγγούρι και μια ντομάτα σχισμένη στη μέση, μέσα στη καπνίλα του πάγκου της κουζίνας, και θα δίνανε τα χέρια περήφανα, όντας έχοντας φτιάξει τους πρωτόπλαστους. Αποφάσισαν να πάρουν ρεπό από τη πρώτη μέρα κιόλας της Δημιουργίας, αποφεύγοντας να βιαστούν για να κάνουν τα ίδια λάθη με τον πρώτο μάστορα που είχε αναλάβει το ίδιο έργο πριν αιώνες ολόκληρους ((φιλότιμο παιδί, μα άπειρο, δεν είχε ψηθεί ακόμα για τέτοιου βεληνεκές εργασίες)). Ο κύριος 5 προσπαθούσε να βρει δημιουργικό τρόπο για να περάσει η υπόλοιπη μέρα, παίρνοντας τηλέφωνο γνωστούς κι αγνώστους, αναζητώντας καθόλου χάχα. Ήταν εκπληκτική η αφοσίωσή του στο θέμα.
Έλιωσαν και τα τελευταία φρούτα στα ξύλινα τραπέζια μας, οι μπανάνες γίνανε πολτός, και απέξω οι χήνες να ακούγονται από μακριά, απ' το ποτάμι, να γκαρίζουν θρασύτατα, η μία στην άλλη, για όσην ώρα μπορούσε να αντέξει ανθρώπινο αυτί πριν του σπάσει το τύμπανο. Πείνα και πόνοι που θα λειτουργούσαν σα το καλύτερο δυνατό μάθημα, αν υπήρχε η διάθεση για πνευματικές αθλοπαιδείες, εκείνη τη περίοδο. Κανένας όμως δε πήδηξε βίαια την αλήθεια παραπάνω απ' όσο έπρεπε, ποτέ. Άντε βγάλε άκρη με τις ψευτοευλογίες, στην αρχή της κάθε βδομάδας. "Ίσως θα'πρεπε και μεις να ντυθούμε σα γιγάντια πουλερικά και να πάμε ινκόγκνιτο με κείνους τους προσκυνητές, να δούμε τι σκατά κάνουν πάνω στους χωματόδρομους, μόνοι τους". Κανένας δεν χασκογέλασε καν. "Τι κάνουν; Να σου πω εγώ. Πηδάει ο ένας τον άλλο. Αυτό κάνουν. Ούτε προσκυνάνε τη γη, ούτε τίποτα. Περπατάνε με τις ώρες, σε βαθμό λιποθυμίας απ' τη ζέστα, για να πηδηχτούν". Οι μπανάνες έλιωναν ακόμα. "Δε το πιστεύω ιδιαίτερα. Πολύ ρηχό". "Ναι αλλά έχει βάση". Το δόντι και οι πνεύμονες πόναγαν ακόμα. "Στρίψε μου ένα τσιγάρο σε παρακαλώ. Αισθάνομαι άσχημα". Τα μυρμήγκια κλάνανε ακόμα. "Δεν είσαι άσχημα. Τεμπέλης είσαι". Τα κυκλάκια ανεβαίναν στο ταβάνι και τα κατασπάραζε η λάμπα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου