Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Σημειώσεις απ' τη Μέση Πολιτεία 13


Πατάρι δίχως σκαλιά η πρασινάδα σήμερα στη μωβιά κηλίδα που'ταν ο ουρανός στο χωριό όπου μας μαζεύουν, όλους μας, του Ινστιτούτο Καλλιτεχνικής Αποτυχίας, για να πιτσιλίσουμε χαρτιά και ξύλα, οι γελάδες βόσκαγαν όπως τότε και πριν και μετά, τα τσομπανόσκυλα επέμεναν να χαμογελάνε παραπάνω απ' όσο πρέπει σε μας, ω, τους ξένους και εισβολείς, καταπατητές των νοητών ορίων της ανεμοδαρμένης γιδοπροβατολασπούρας που ανήκει στις ρυτιδιασμένες ιτιές που το κατοικούν πια, ετοιμοθάνατες και σε ξέρα.

Το ασήμι είναι πανέμορφο εκτός κι αν προέρχεται από την αντανάκλαση μπουκαλιού βότκας που τελειώνει σε -off το όνομά της, ό,τι λέει και το όνομα, "off", περίεργη μίξη, συνδιασμένα τα διανοητικά ερεθίσματα της συνέχειας με το διεφθαρμένο αυτό ασήμι, η όραση έμοιαζε να διευρύνεται με ελαφρύ τσούξιμο στα μάτια, δε μπορούσες να επικεντρώσεις κάπου συγκεκριμένα, παρά μόνο να δεις την ολότητα του πράγματος, το νόημα της κατάστασης.

Αγγίζοντας τρίχες άλλου και μούσια άλλου επιφέρω εις τον συνάνθρωπον το ολικό φρενάρισμα των στομαχικών του λειτουργιών εκ πλημμύρας μέγιστης προερχόμενο, πλημμύρας αίματος από καταστροφή του φράγματος μεταξύ στομάχου και εγκεφάλου, κοτόπουλο βασανισμένο σε ιαπωνικό εστιατόριο διεστραμένο και βρώμικο φτωχομπινιάρικο, από πίσω η βραχνάδα έσκουζε για να "την αγαπήσει σαν ερπετό" και έλεγες πώς να αγαπάν τα ερπετά, αγαπάν άραγε καθόλου, απλά μαζεύουν τη ζέστα απ' αυτόν στον οποίο τυλίγονται, η βότκα παραμένει στην άκρη, μικροχτυπήματα στο άνω δεξί άκρο του κούτελου σφυριές να ακούγονται στο βάθος μα είναι μηχανάκια από ντελίβερυ-μπόυζ, μούδιασμα υπερ- πολικής αρκούδας που τρίβει τους ψύλλους απ' τη πλάτη της στο πυκνό στρώμα από χιόνι κάτω απ' τις πατούσες της, ίδια αίσθηση ψύχους και ηλεκτροσόκ ταυτόχρονα, κάθε λέξη που βγαίνει είναι αψεγάδιαστη καθώς δεν ρέει πλέον στο ρυάκι του διπόλου της συνειδητοποίησης-ή-όχι, ή της τραμπάλας της εκλογικευμένης σκέψης ή της τακτοποιημένα άναρχης, επιμελημένα ατημέλητης αυτοακύρωσης αυτής.

Έξω ο κόσμος γυρνάει ακόμα και όσο και αν δε το περίμενες κι εσύ γυρνάς επίσης καθώς έχεις συντονιστεί με την αόρατη δεσμίδα στο ενδιάμεσο της φάσης της επιτυχούς αναδόμησης καθετί στρωτού και ιερού για την καθημερινή πάλη των ενστίκτων με τα τσιμεντόχοντρα Βεεμώτ της Νέας Δεκαετίας Τρόμου και Βίας, τα σοκάκια μοιάζουν με κακόφημα στέκια σε λιμάνια κουρσάρων, το ποτάμι μια πολύ καλή πιθανή τοποθεσία για ενέδρα, απόπειρα δολοφονίας εμένα, του δήθεν Πρέσβη του Αντικαθεστωτικού Καθεστώτος με τα έγγραφα και της αποδείξεις για την ανάμειξη τριών Κοστουμιών σε παιδεραστικά κυκλώματα, το ασανσέρ στο υπόγειο της πολυκατοικίας τρεμοπαίζει και ο πιο βρώμικος κοσμοναύτης του 3ου μικροσύμπαντος αριστερά της Αρνητικής Ζώνης, είναι έτοιμος να εκτοξευτεί στο απόλυτο μαύρο, το περήφανο και περίφημο μαύρο, το ίδιο με αυτό που βλέπουν οι πρόγονοί σου πλέον, γινόμενο πάλι παιδιά απ' την αρχή με κοκκάλινα σαγόνια αντί για ροδαλά μάγουλα, ο ίδιος ουρανός με αυτόν που βλέπουν δαύτοι οι φτωχοδιάβολοι της ζωής, μικρά σκουληκάκια να φέρνουν σβούρες στο χώμα μέχρι που τρυπάνε το κατάμαυρο της όρασης του κρανίου και η άκρη απ' το σκουληκάκι που κουνιέται μοιάζει με αστέρι που πέφτει, και το κατάμαυρο χώμα που τους πλακώνει να'ναι ολόιδιο με έναν γαλήνιο, καλοκαιρινό ουρανό, τη νύχτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: