Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Σας βαρέθηκα όλους

Τι εποχές, μανάρα μου.
*Πλαστικοποιούν τα πιτσιρίκια σα τις ταυτότητες
και τα αφήνουν να αυνανίζονται με pixel, format στο τσουτσούνι
όταν δεν τα προμηθεύουν με σανίδες
και τον αξιαγάπητο φανατισμό της θύρας τάδε
*Στους νέους χαρίζουν τα απομεινάρια της μεταπολίτευσης
όταν πλέον η χούντα έχει γίνει σαν όρος αιτιολόγηση
για την αποτυχία της γενιάς των 50άρηδων γονιών μας σε όλα
"Άραξε. Ανάπνευσε ελαφρά. Εδώ θα βγάλεις τον παρά και θα σαι και γαμώ".
*Στους 30αρηδες, δίνουν τη ψευδαίσθηση ότι ωρίμασαν αρκετά
για να πάρουν στις πλάτες τους ΚΑΙ τις ζωές των άλλων
τους πετάνε χημικά στα νερά, στα ουίσκια,
και τους αναγκάζουν να εκτοξέυουν σπέρμα εδώ κι εκεί- γεια σου μικρέ μου γιε
*Στους 40ρηδες, τους πείθουν ότι είναι τόσο, μα τόσο σωστοί
που πρέπει να φτιάξουν τα κουτσουβελά τους κατ' εικόνα και καθ'ομοίωση
φρικιά από γυαλί, καθρέφτες με μουνάκια και ψωλάκια
που απλά θα κάνουν τα ίδια λάθη με τους γέρους τους- εύγε νέε μου
*Στους 50αρηδες-60αρηδες δίνουν ντρόγκια στη ζούλα
σταγόνες πολύχρωμες τις αλείφουν στη σύνταξη
και τους βλέπουν να φέρνουν βόλτες ανούσια στις πλατείες
πιστεύοντας ότι η δημοκρατία μας γεννάει περιστέρια με τουρμπίνες αεροπλάνου
*Στους υπερήλικες, κάνουν τα τελειωτικά πειράματα
μελετάνε τις ρυτίδες τους σαν χάρτη, με μοιρογνωμόνια
τους χτίζουν μέσα σε 4 τοίχους, τους παίρνουν τα γεννητικά όργανα
και τα κρεμάνε σε τοίχους πολυκατοικιών, σαν τρόπαια κυνηγιού

Τι εποχές, μανάρα μου
*Αν είσαι άντρας
πρέπει να γαμάς τους δανδήδες στο κώλο
Ολόισια μαλλιά, φροντισμένο μούσι και μουστάκι
-όχι παραπάνω απ το 1/3 του δαχτύλου, κύριέ μου-
πάνσοφος, η γλώσσα διακοσμητική
να γλύφεις μουνιά και να μιλάς ελάχιστα- ένδειξη σοφίας, ωριμότητας
ή απ την άλλη, πριζωμένος,
αξύριστος, επιμελημένα ατημέλητος,
μαλλιάς, φιλόσοφος μιας επανάστασης
που δε θα ξεκινήσει ποτέ επειδή έχουμε χοντρούς κώλους
και γεμάτα στομάχια
σκονισμένα ρούχα (με σκόνη απ την Αταχουάλπα, παραγγελιά)
ρητορείες ως το πρωί,
να σαι πολυπρόσωπος, μυστηριώδης, κυκλοθυμικός,
άλλοτε παθιασμένος (μέχρι να τελειώσει η κάρτα στο κινητό)
άλλοτε επιβλητικά ήρεμος (μέχρι να πάει η κουβέντα στην πρακτική εφαρμογή της σεξουαλικής ελευθερίας με τη γκόμενά σου)
καθαρός, πάντα καθαρός,
politically correct όσο και να γαμωσταυρίζεις σε ανοιχτές περιοχές
ή να ενστερνίζεσαι περίεργες κουλτούρες, "εξωτικές"
(μειώνοντας τις άλλες και τη δική σου- μικρέ ρατσιστή)
και ακόμα πιο ακαταλαβίστικες σέκτες, αιρέσεις
ή αν φοράς μαύρα απ τα μούτρα ως τις πατούσες
και σου φταίνε όλοι- η ζωή μας είναι απελπιστικά σκατά
(επειδή ακριβώς σου φταίνε όλοι, ο κύκλος μας της πηχτής κουράδας)
Είσαι σκληρό καρύδι, μπορεί να σηκώνεις και βάρη
και να βγαίνεις στην τρίχα για καφέ με άλλους τσιμεντότοιχους
κοιτώντας επίμονα γκόμενες που συνοδεύονται
όχι επειδή σου καλάρεσαν, αλλά για να παίξεις ξύλο
και να προσφέρεις στην απρόσωπη καφεδομάζα άρτον και θεάματα
κομπλεξικέ μικροψώλη του σαββατοκύριακου
καθαρός, πάντα καθαρός όμως
μορφωμένος, έβγαλες 20 στο λύκειο άλλωστε
(χωρίς προσπάθεια! είσαι φαινόμενο!)
και ασχολείσαι με την τεχνολογία- σε βλέπω σε εταιρία
να εντυπωσιάσεις καμιά μαλακισμένη, άμυαλη χωριατοπούλα
που το κέντρο της γης για πάρτη της είναι η κωλοτρυπίδα του κόσμου όλου
είσαι ανώτερος, μαλακίζεσαι για πάρτη της και της το λες- είσαι "ειλικρινής" και κουλ
(άρρωστος και καραγκιόζης)
και αν τύχει να τη παντρευτείς, γεννοβολάς μια στρατιά μούλικα
με γυαλιά και μούσια και κοιλάρες
και τα στέλνεις να κατακτήσουν το κόσμο hack-αροντας τα κεντρικά site
από στριπτιτζάδικα και σουβλατζίδικα

*Αν είσαι γκόμενα,
φαντασιώνομαι ότι ετοιμάζεσαι από τώρα για τη μεγάλη στιγμή,
μικρή Ελληνοπούλα, μικρή χωριατοπούλα
που μεγάλωσες απότομα, γαμώ τη Παναγία σου
Στολισμένη σα λατέρνα, laternative, λατερναλλακτική
φέρε γύρες στη πλατεία άσκοπα για να δεις ότι σε κοιτούν, απλά
"Κωλάρα! Βυζάρα! Χειλάρα!"
κάνε και γαλλικό στα νύχια,
να ναι πιο καλαίσθητη η μαλακιά που θα τραβηξεις το βράδυ
στον πρώτο καραγκιόζη που θα σε παραμυθιάσει, κερνόντας
ουίσκι με αμφεταμίνες
και το επόμενο πρωί θα πιάνεις το μουνί σου πονεμένα
κατακόκκινο σα τα μούτρα σου, μπροστά απ το καθρέφτη
και θα θυμηθείς πόσο αγαπάς την οικογένειά σου
που σε έκανε πουτάνα
Καθαρή, πάντα καθαρή
ίσως και φιλελεύθερη, ΩΠΑ! ΑΛΑ!
αναρχικιά σχεδόν; ανοιχτόμυαλη μόνο τις Κυριακές
που δεν έχεις καμία όρεξη να το παίζεις το μαυροντυμένο κοριτσάκι
που τα είδε όλα για την κοινωνία γύρω του επειδή πήγε σε δυο πορείες
Ρατσίστρια, εξιδανίκευση του χ πράγματος όταν γενικεύεις απόλυτα
το y με αρνητικό τρόπο δε σε κάνει να "σέβεσαι άλλες κουλτούρες"
Ρατσίστρια, το να πουλάς τα όνειρά σου επειδή θεωρείς ότι γέρασες
στα 22 σου, είναι έγκλημα, όταν 40ρηδες τα παρατάνε όλα
και ξεκινάνε απ την αρχή για το πάθος τους
Ρατσίστρια, το να φτιάχνεις εσύ κανόνες για το τι είναι "ώριμο" είναι φυσιολογικό,
είναι και απαίσιο όταν πας να το επιβάλλεις και στους άλλους έμμεσα
Απ την άλλη, ίσως και να είσαι ακραία...
σαφώς, 5 μπύρες το ίδιο βράδυ, θεέ μου, σε τι κόσμο ζούμε,
αλκολικιά του σαββατοκύριακου, ψευτομεθύστακα, ψεύτρα,
κομπλεξικό μουνόπανο που γουστάς να γκρινιάζεις χωρίς λόγο
δίπλα απ τα αυτιά μας με το ζόρι, κάθε γαμημένη φορά
και είσαι ακραία, ναι, οι μπύρες έγιναν 5,5
λογικό είναι να σέρνεσαι σα σκουληκαντέρα στο πεζοδρόμιο
σε ζηλεύω, είσαι τόσο ελεύθερη
(ελεύθερη να γίνεσαι καραγκιόζης σα τον χειρότερο ψωλάκο)
Πολύχρωμες, καθαρές, επιμελημένα ατημέλητες
"Είμαστε καμμένοι ρεεεεεεε- ναι ρε μαλάκα"
κοριτσάκια με ανασφάλειες που τις κρύβει το στόμα νταβατζή
"Ναι ρε μαλααααακαααααα- ναι σου λέω ρε"
"Μαλάκα γαμώ το Χριστό μου ρεεεεεεε δε τη παλεύω άλλο"
"Τι είπε αυτός ρεεεεε- μανιτάριαααα; Είναι καμμένος σαν και μας ρεεεεεε"
Μια χοντρή ψωλή κάποτε θα σας ζεσταίνει σαν ανακόντα
και τότε θα φύγουν χαϊμαλιά και αυτοσχέδια κοσμήματα
βρωμοχίππησες της περίστασης και όχι της ιδεολογίας
(που ούτε αυτή γουστάρω)
θα τα πετάξετε τότε όλα και θα παντρευτείτε,
ΘΥΜΑΤΑ, ΗΛΙΘΙΕΣ, ΜΑΛΑΚΙΣΜΕΝΕΣ
η μικρή σας επανάσταση ήταν ένα διάλειμμα
στον αγώνα σας να γίνετε σα τους γονείς σας
ΠΑΛΙΟΜΑΛΑΚΙΣΜΕΝΕΣ


Δέχομαι ότι έχω μειονεκτήματα απ τις περισσότερες προαναφερθέντες ομάδες. Το ότι το παραδέχομαι κάθε μέρα και περπατάω πλέον με σκυφτό κεφάλι (πολύ σημαντικό), μου δίνει ένα παραπάνω δικαίωμα να γράψω ό,τι γουστάρω, από σένα, ψευτοκουλτουριάρη βλαχοκριτικέ, που κάνεις κανα χόρτο και το πουλάς σα τρέλα.

Σας βαρέθηκα όλους.

Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Meloco shit


Για να περνάει η ώρα

15/3/09

Κάτω από έναν γκρίζο ουρανό, χλωμό, μαστουρωμένο και σε κακό τριπάκι, αποφάσισαν να χτίσουν το ναό τους. 15 χρονών και έτοιμοι να καταβροχθίσουν τον κόσμο όλο. Έμεινα να τους παρακολουθώ χωρίς να μπορώ, ούτε να θέλω να αντιδράσω. Ήταν όλοι σαν άγιοι, μικροσκοπικοί προσκυνητές, δίχως μια τρίχα στα πρόσωπά τους ή το σώμα τους, γυμνοί, ελεύθεροι. Ακούραστοι. Κουβαλούσαν λάσπη, καλάμια μέχρι το απόγευμα χωρίς διάλειμμα. Έχτισαν τους πρώτους τοίχους όταν άρχισε να σουρουπώνει. Μια κυκλική κατασκευή, δίχως στέγη. Το βράδυ έμειναν απλά σιωπηλοί, γύρω από μια φωτιά- δεν έφαγαν τίποτα, όσο και να τους παρακαλούσα, στο τέλος αποφάσισα να μη τους ανοχλήσω άλλο.

Το πρωί με βρήκε να ανοίγω τα μάτια μου και να δακρύζω απ την σκόνη του εδάφους. Φυσούσε, και όμως ήμουν σίγουρος ότι όλα ήταν απολύτως ακίνητα, εναρμονισμένα, ακολουθούσαν μόνο τα σταθερά βήματα των εφήβων, που πλέον είχαν χτίσει και τη σκεπή. Την διακοσμούσαν με κοχύλια (διάολε, δεν ξέρω πού τα βρήκαν) και βότσαλα, τα οποία βούταγαν σε μπογιά από αίμα ζώου. Ήθελα με όλη τη δύναμη της καρδιάς μου να τους αγκαλιάσω, φωνάζοντάς τους τον άθλο που έφεραν εις πέρας μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Όχι, ο ναός τους δεν θύμιζε σε τίποτα τους τεράστιους ιταλικούς καθεδρικούς, ή αρχαία μνημεία εποχών που μας χαιρέτησαν πριν την ώρα τους- αλλά ταυτόχρονα ήταν περισσότερο μεγαλειώδης από οτιδήποτε η ιστορία μας είχε προσφέρει ως τώρα. 15 χρονών, και το παρελθόν ενώθηκε με το βραχυπρόθεσμο μέλλον, γαμιώντας το ένα το άλλο με πάθος, η ζωή γιόρταζε, η αντίληψη έγινε ένα με την ατμόσφαιρα και τα πάντα ήρθαν σε ένα τέλος, σαν κύκλος. Ναι, ήθελα πολύ να τους αγκαλιάσω περήφανος- αλλά φοβόμουν ότι αν το κάνω, θα εξατμίζονταν στον άνεμο.

Το τελετουργικό τους δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμα. Την δεύτερη μέρα από τη στιγμή της ολοκλήρωσης των εργασιών, και αφού είχαν περάσει αυτό το διάστημα σε πλήρη σιωπή και χωρίς μπουκιά φαγητού (πάλι τους παρακάλεσα, δεν άντεξα να τρώω τις κονσέρβες μου και αυτοί να μένουν σκελετωμένοι- μα ήταν πιο αρχοντικοί και από τον πιο χοντρό μονάρχη που εκτοξεύτηκε από το βρωμερό μουνί της νιότης μας, ποτέ), έφεραν μια σφηγκοφωλιά, και με ένα καλάμι, την τοποθέτησαν στο κέντρο του ναού τους. Άφησαν τις σφήγκες να πετούν άναρχα μέσα, οι ίδιοι σχημάτισαν έναν κύκλο και σήκωσαν τα χέρια στον αέρα. Οι σφήγκες έμοιαζαν να δέχονται το σεβασμό που τους προσφερόταν μέσα από 15χρονες καρδιές, και έφυγαν πετώντας σε κύκλους, καμία δεν βγήκε ούτε χιλιοστό παραέξω, μέχρι τη στιγμή που έμειναν κουκίδες-θα ορκιζόμουν ότι το ίδιο βράδυ πήραν τη θέση των αστεριών. Δεν είχα τίποτα άλλο να ζητήσω από τη ζωή μου.

Ήμουν στο δρόμο, στο δρόμο για το σπίτι μου.
15 χρονών και περιμένουν ακόμα στο ίδιο σημείο,
αναμνήσεις πλέον, αλλά ακόμα άτριχοι και περήφανοι,
με κινούν με ένα νεύμα και με ανοίγουν διάπλατα με ένα ψίθυρο
κρατώντας φώτα πιο δυνατά από τον ήλιο,
15 χρονών και είναι ό,τι δε μπόρεσα να γίνω,
γι'αυτό και δε θα πάψω ποτέ να ευχαριστώ,
"είμαι απόλυτα ευτυχισμένος που σε ξαναβρήκα,
παιδικέ μου εαυτέ 15χρονε,
τώρα λάμψε, αδερφέ μου,
είμαι ξανά στο δρόμο και επιστρέφω σπίτι"

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Κοκκινολαίμης

Το μισό σπίτι είναι τίγκα στο σκοτάδι, αρχίζει να νυχτώνει και τα φώτα είναι σβηστά. Το άλλο μισό απ την άλλη, γεμάτο φως- ανοιχτός υπολογιστής, καθρέφτης απέναντι που αστράφτει και αντανακλά ένα τραπεζάκι με μια ξεραμένη μαλακία που κάποτε περνιόταν για λουλούδι, ένα άδειο μπουκάλι πλαστικό νερό και ένα επίσης άδειο μπουκάλι Jameson- λάβαρο μιας περιόδου που δε χρειαζόμουν μαθήματα αγγλικών για να γαμήσω. Κούπα με γαλλικά γραμμένα πάνω της με όμορφους χαρακτήρες, ένα άδειο σακούλι με φαγωμένη μπιφτεκόπιτα (8 το πρωί, παρακαλώ παρακαλώ, ο θάνατος του στομάχου), άδεια πακέτα τσιγάρα παντού- και αρχίζω και χαρμανιάζω, άδειο πιάτο με φακές, το μεσημεριανό μου.

Αλήθεια, όλα άδειασαν. Ακόμα και η φούσκα μου, το κεφάλι μου και το σώμα μου. Τυπικότατο και γραφικότατο, ξέρω- μα πέφτοντας χαμηλά δίνεις χώρο στο σπουδαίο για να προβληθεί. Το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι ενώ παραμένω κλεισμένος σε αυτό το κωλόσπιτο, που τόσο μισώ να αγαπάω, ακόμα δεν έχω φλιπάρει. Με τρομάζει αυτό το μαλακισμένο τσαρδί. Με τρομάζει επειδή ενώ μέσα του έχω την απαιτούμενη προσωπική ζωή που δε μπορώ να έχω στο χωριό, ταυτόχρονα απαιτεί από εμένα να δεχτώ και την απουσία ενεργητικότηας. Αμ δε.

Θέλω τόσο πολύ να βγω έξω για κανέναν καφέ- ήθελα, τώρα πλέον νύχτωσε, γάμησέ μας Παντελή. Η Αγγελική κοιμάται ακόμα, εγώ μόλις νιώθω να ξυπνάω από rollercoaster προηγούμενα που μου γάμησαν την ψυχολογία.

Το "venceremos" πέθανε, παλιομαλακισμένα. Χωνέψτε το.
Ζήτω τα κελιά μας, αυτά που όλοι καυλώνουμε να βρίζουμε, αλλά ποτέ δεν αποχωριζόμαστε/

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

σατζιταριουσ

Θα μαι ο τελευταίος που θα σκύψει κεφάλι στις επιταγές της μη-αξιοπρέπειας. Τίποτα πιο χρήσιμο από το να δείχνεις την υπεροχή σου εκεί που πρέπει- στον ίδιο σου τον εαυτό. Κρυώνω, πονάω, και όμως κάθομαι σα το μαλάκα, σα σπουργίτης, να ζητιανέψει κομμάτια από ξερό ψωμί. 21 χρονών και νιώθω ήδη πολύ μαλάκας και γέρος.

Καρκίνος του πλανήτη είμαστε όλοι,
με πούτσες και μουνιά σα λάβαρα.

τργρ

Φτηνά ποτήρια ουίσκυ που ποτέ δε λένε να σωπάσουν
και τρεις μαλάκες που ποτέ δε λένε όχι
ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι τρώνε έξωση,
ότι τους πετάνε έξω από μαγαζιά,
ή ότι σπάνε κομμάτια απ τα δόντια τους παλεύοντας για πλάκα.
Πέντε ζευγάρια ζωές να είχα,
τι να της έκανα, αν γινόμουνα μαλάκας,
απλά για να γουστάρεις εσύ και οι όμοιοί σου;

Καλώς, καληνύχτα

Αραπολατρεία, ψηφιακή ξεφτίλα, ρούφα νικοτίνη σα πρεζάκι
φύσα και το καπνό αργά μες τη μούρη σου να σαι και πιο σέξυ
Κάνε και κανά μπάνιο, βγες να μιλήσεις και βρεμμένη, υγρή- γαμώ
Μωρε κάτσε να ανέβω πάνω, και σου γάμησα τα πάντα. Τα πάντα.
Κυριολεκτικώς κυρίως. Μεταφορικώς δεν με απασχολεί τίποτα,
απ τη στιγμή που θα έχω μονοπώλειο στο σώμα σου (κυρίως).
Και πάνε και γαμήσου, 2 η ώρα το πρωί να πούμε.

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Τριάντα

Κρουασανόπληκτες, κλημακτηριοφορεμένες κυράδες με πεθερικά συμπλέγματα
μεγαλώνουν τα ξόανά τους κάτω από καμμένα πεύκα και σκουριασμένα κηροπήγεια
τα ντύνουν με γυαλιστερά μπιχλιμπίδια απ τα σκουπίδια ψαρεμένα
και ο μαλάκας που αγοράσανε για τσόντα στην υπόθεση,
καίει χαρτονομίσματα στην πλατεία και κλέβει ψίχουλα από περιστέρια.
Αριστερός από το πολυτεχνείο, αναρχοδεξιορθόδοξος,
θυμάται ότι ήταν κάποτε επαναστάτης καπνίζοντας κανένα τσιγαριλίκι πού και πού
και το σβήνει γρήγορα, ιδρώνοντας, όταν ακούει τη φοράδα του να πλησιάζει
σπάζοντας τακούνια στα πλακάκια της κουζίνας/αρένας.
Του φορτώνει το ανθρωπάριο που πέταξε πριν εννιά μήνες
από το ξεχειλωμένο, βρωμερό μουνί της
με την απαίτηση να κάνει κάτι για να σταματήσει το κλάμμα
"αλλιώς θα φύγετε και οι δύο από το παράθυρο".
Πόσοι και πόσοι θα εύχονταν να γίνουν πριγκηπέσσες στο λεπτό
να μεγαλώσουν τρώγοντας σύκα και μυρωδάτες μαλακίες από πραλίνα
μέχρι να γίνουν 20 φορές όσο ήταν στη νιότη τους,
και να μπορούν μετά να ουρλιάζουν, με πήρες τριαντάφυλλο και τώρα είμαι τριαντάρα.

Ζητιανά

Είμαστε η κατουρημένη γενιά του ωχαδερφισμού, αδερφές της αξιοπρέπειας και πόρνες της ψευτοαμφισβήτησης. Τράβα μου τ'αρχίδια, να τραβήξω και τα δικά σου. Εκπαιδευμένα λυκόπουλα, ευθανασία για την πάρτη μας τζαμπέ όταν πλέον το τσουτσούνι σταματήσει να λειτουργεί σαν συλλέκτης ορασμών. Κατάθλιψη του σαββατοκύριακου για μη χαρτογραφημένες περιοχές του εγκεφάλου. Μούλοι, μπάσταρδοι, παιδιά χωρίς γονείς αλλά κρεμασμένα από τριχωτούς ζαρωμένους πούτσους και γουρουνίσια μουνιά θεοβρώμικα για μια ζωή. Θρεμμένοι από μήτρες από πλαστικό και σελοτέιπ, άχαροι, δυσλεκτικοί χοντροί, σπονδυλική στήλη με παϊδια από σκουπίδια. Μυρίζουμε, γευόμαστε, ακούμε, μπανίζουμε, αγγίζουμε ό,τι ευκολότερο μας πλησιάζει την αυγή- στο τέλος της μέρας απλώς τα παρατάμε, βολεμένοι με την πολιτεία από σπιρτόκουτά μας. Μια φωνή είχαμε, και αυτή χάθηκε όταν παρατήσαμε την ανάγκη μας να ενώσουμε τα κομμάτια ενός μωσαϊκού κουνουπιών, ζητιανιάς του λόγου και της πράξης. Κάποτε θυμάμαι είχαμε και δάχτυλα, τώρα αντί γι'αυτά ξύσαμε μαχαίρια, και κάθε φορά που πάω να σε αγκαλιάσω, σου σκίζω το δέρμα σαν να σου επιβάλλω να το αλλάξεις. Χρώματα, αρώματα, τα πάντα με τον τόκο της υπερβολής, χάνοντας την ουσία της μικρότερης νιφάδας που κρύβει μέσα της κόσμους, έναντι ενός τεράστιου, αυτοκρατορικού ινδικού ελέφαντα με μπιχλιμπίδια στολισμένου, που αργοπεθαίνει από καρκίνο ενώ φέρνει κύκλους με μεγαλοπρέπεια.

Πριν στη ζητιανά ενδώσω, μωρό μου,
θυμήσου τον μαλάκα σου και στείλτου καμιά ευλογία
μπας και ψευτοχαρεί μπρος στο κάλπικο θαύμα της επικοινωνίας
με άτομα που μας είναι απαραίτητα, επειδή ακριβώς στη φλόγα δεν μείναμε πολύ,
να καούμε παρέα, για να τα μισήσουμε όπως πρέπει
και να τα αγαπήσουμε για πάντα.
Καθώς, μόνο όταν κάτι το νιώθεις μέσα σου,
μπορείς να το μειώσεις εως το πιο βρωμερό, τιποτένιο επίπεδο
να το μισήσεις ρίχνοντάς του το φταίξιμο και για την αμαρτία μυρμηγκιών ακόμα,
και στη συνέχεια να θυμηθείς ότι ταυτόχρονα κάνεις το ίδιο και για σένα
αγαπώντας έτσι αυτό που θεωρείς το συνοδευτικό κομμάτι
μιας καθημερινότητας δίχως τη παραμικρή σταγόνα βροχής.

Σήμερα

Σήμερα χάθηκα ολίγον παρατηρώντας το φως του ηλίου στα πλακάκια της μικρής πλατείας. Υπέροχα ήταν, λες και μας τύλιγαν με μια μεγάλη, ζεστή, πορτοκαλόχρωμη ζελατίνα. Λες και περπάταγα αλλού- Θεσσαλονίκη, μάλλον Πάτρα για την ακρίβεια. Αυτό κράτησε για 3 δεύτερα, μέχρι να δω τη Φλώρινα πάλι μπρος μου και αποτυχημένος στην προσπάθεια της νέας ανακάλυψης. Στη καφετέρια είναι σαν τσίρκο. Χρώματα παντού, και στη θέση που καθόμαστε, ο ήλιος να μας χτυπάει ακόμα. Είσαι σαν βασιλιάς. Όταν το φως πέφτει απότομα, νιώθεις ένα ελαφρύ ξύσιμο στο λαιμό, τσιμπιές, σαν να χεις ιδρώσει μόνο σε αυτή τη περιοχή, λες και βρέχει με μικροσκοπικά σύννεφα. Απλωθήκαμε και μείναμε να προσπαθούμε να μαντέψουμε τι δουλειά έκαναν οι δυο περίεργοι gay δίπλα μας- δικηγόροι λέει ο ένας, συγγραφείς ο άλλος, δάσκαλοι ο παράλλος- συμφωνούμε στο αρθρογράφοι και είμαστε ευτυχισμένοι.

Ψες.

Οι ανατολίτικες κλίμακες έμοιαζαν να με προστάζουν να πετάξω μαζί τους. Γύρισα. Ο παιδεραστής είχε αποβλακωθεί στον τοίχο, φορώντας κατάμαυρα γυαλιά ηλίου και προσπαθώντας να διαβάσει κάτι κείμενα που δέσποζαν σιωπηλά, κολλημένα. Κοίταξα το σπίτι- λες και έμπαινα σε ένα μίνι στρόβιλο, χωρίς να γυρίζει όμως τίποτα. Ξεκίνησα μια αρχικώς αποτυχημένη προσπάθεια να μιλήσω με κάθε μέλος του σώματός μου ξεχωριστά, για να τα ρωτήσω αν είναι καλά- αρχίδια. Η φωνή της μαφιόζας ακούστηκε παντού, περίεργη, σίγουρη σε βαθμό που σε τρόμαζε ολίγον. Κάτι δε πάει καλά, κάποια μαλακία θα εμφανιστεί απ το πουθενά. Η μουσική να με γαμάει περισσότερο. Τα περισσότερα όργανα να ακούγονται το καθένα για την πάρτη του, άρχισα να ακούω τον πυρήνα τους και όχι το περιτύλιγμα. Ψιλοφρικάρω. Βγαίνω στο μπαλκόνι, ψιλοαναγούλα- δεύτερη φρίκη. Νόμιζα ότι θα πέσω, για κάποιο λόγο, μη μπορώντας να ελέγχξω το σώμα μου- ενώ στην πραγματικότητα το ήλεγχα τέλεια. Ξανά μέσα. Οι άλλοι κλεισμένοι στο δωμάτιο, συνέχιζαν την τελετή της άγιας φλόγας. "Δε γίνεται δουλειά έτσι", σκέφτομαι, βγάζω τα παπούτσια και ξαπλώνω στη κρεβατοκάμαρα, μέσα σε μια στοίβα από άπλυτες φανέλες και κάλτσες. Το δωμάτιο είχε γίνει ένα, έπιπλα, τοίχοι, παράθυρα, όλα συνομωτούσαν εναντίων μου- και με ζάλιζαν χωρίς να κουνιούνται. Ξαναπροσπάθησα να επικοινωνήσω με το σώμα μου- τα κατάφερα εν μέρει, μίλαγα με το λαιμό μου, παρακαλώντας τον να μην ξεράσει (αν και αυτός ο ρόλος είναι του στομαχιού, συνειδητοποιώ τώρα) και λέγοντάς μου ότι όλα πάνε καλά, μετά με τα πόδια μου. Ένιωθα ένα τεράστιο μούδιασμα, λες και ανα πάσα στιγμή θα μπορούσα να πετάξω μακριά, αλλά δεν ήθελα. Η μουσική γαμήθηκε τελείως- το instrumental τελικά στο τέλος, έχει μια βιομηχανική ανάσα/κραυγή που φωνάζει "Triad" εδώ κι εκεί. Ενδιαφέρον, παρακαλώ τον θείο να μου το κλείσει. Το κεφάλι άδειο, άδειο. Μέχρι που με το ζόρι περπάτησα μέχρι έξω για να φύγω με τον παιδεραστή. Ο άνεμος έβαλε κάπως τα πράγματα στη θέση τους, αν και, κοιτώντας το σκοτάδι σε διάφορα σημεία και επικεντρώνοντας τη προσοχή μου εκεί, ένιωθα σα ποντίκι στη φάκα. Ο παιδεραστής παραμίλαγε στον ύπνο του, με ρώταγε αν έφυγαν άτομα απ το σπίτι του που δεν είχαν έρθει καν από εκεί την ίδια μέρα. Όνειρα ζωντανά, για επιθέσεις στα τυφλά και πουστιές, προδοσίες. Ξυπνάω συνεχώς, θέλω νερό απεγνωσμένα, αλλά το σκοτάδι παντού με αποτρέπει από το να ανοίξω καν ένα διακόπτη- παντού, λες και θέλει να με δελεάσει με καραμέλες για να μου γαμήσει τον κώλο. Εν τέλει, με τις πρώτες ακτίνες, ήξερα ότι ήμουν μια χαρά. Ήπια νερό και ξανακοιμήθηκα για μια ώρα, πριν κάνω τη μαλακία να πάω σχολή από πολύ πρωί, μην έχοντας τι να κάνω ταυτόχρονα.

Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

Καραβάνια προς τα Γόμορρα

Ζήτα μου και θα σου φέρω
μυρωδιές, χρώματα και πρωινές σταγόνες φθινοπώρου
Ο ίδιος ο ήλιος του Σεπτέμβρη θα γίνω,
μυστηριώδης μα εξαίσιος συνομιλητής
Την προβιά του εραστή θα φορέσω
να ερωτευτείς ξανά αυτήν, όχι εμένα
επειδή ξέρω ότι δεν είσαι κάτι που ανήκει σε κανέναν
Τις αλήθειες κουβάλησα ως τώρα,
στην παχιά μου πλάτη μέχρι που το φεγγάρι με βρήκε λιπόθυμο απ τη κούραση
και μου ψιθύρισε τα μυστικά σου, για παρηγοριά,
για να καταλάβω ότι η φωλιά μου έπιασε φωτιά
και οι νεοσσοί μου έγιναν στάχτη,
παρέα με τα σκουλήκια που τους τάισα πριν, στο στόμα
Αλλά άυριο θα φύγουμε παρέα
θα ταξιδέψουμε μόλις μας δώσει σήμα το πρωινό
Και θα φύγουμε χαμογελαστοί
κουβαλώντας νέα που πρέπει να ακουστούν
Αν όμως σου πω ότι δεν φοβάμαι, θα είμαι ψεύτης
Ας γίνει λοιπόν το σώμα μας ένας ναός αισθήσεων ξανά
ο νους ο άρχοντας της ψυχής
και τα πάλατια που νομίζαμε ότι δε θα ξαναβλέπαμε ποτέ
θα φανούν άλλη μια τελευταία φορά,
μαζί, στο καραβάνι μας προς τα Γόμορρα, άλλη μια νύχτα πριν φουντάρουμε παρέα.

Πάλι ο ίδιος, ο εαυτός μου.

Προχτές ξύπνησα, χάραξα τον πούτσο μου με ένα μαχαίρι, τόσο, που άφησα μόνο μια άμορφη μάζα από κρέας και μια υποτυπώδη σχισμή για να μοιάζει με μουνί. Ύστερα έκαψα το δεξί μου χέρι με ένα ολόκληρο πακέτο από τσιγάρα, τόσο, που στο τέλος η σάρκα έμοιαζε με σαπισμένο καραβόπανο, που και ο τελευταίος ζητιάνος δε θα ήθελε να σκεπαστεί με αυτό. Στο τέλος, χτύπησα το κούτελό μου τόσο δυνατά στον τοίχο, επαναλμβανόμενα, μέχρι που είδα το δέρμα να υποχωρεί μέσα από παχουλές στρώσεις αίματος, να ανοίγει, και να παρατηρώ μέσα από τα σακατεμένα μου μάτια το ίδιο μου το κρανίο να ραγίζει αργά και βασανιστικά. Όλα αυτά, για να πείσω τον εαυτό μου ότι το να μην ανήκω πουθενά και να μην δηλώνω τίποτα, το να μην έχω μια συγκεκριμένη ταυτότητα, είναι πέρα για πέρα κατανοητό και λειτουργικό. Το δικό μου τελετουργικό για να φύγει μακριά ο φόβος της αντιγνωμίας και της αποκαθήλωσης από τη Μεγάλη Σάλα των Ψαγμένων- για να μπορώ, σαν παιδί της γενιάς μου, να ψαρώνω άγουρες κοπέλες από το διαδίκτυο και να αισθάνομαι άρχοντας, μέσα στην απρόσωπη βόλη μου, όταν με παινεύουν και δήθεν κάνω πως αισθάνομαι περίεργα και ταπεινά. Όπως επίσης και να μπορώ άνετα να κρύβομαι πίσω από ένα τέλειο "Δεν ασχολούμαι, άρα δεν έχω άποψη", ή ακόμα καλύτερα, "Προτιμώ να ακούω παρά να μιλάω σε αυτά τα θέματα", η ειρωνία της ανοχής, όταν την ίδια στιγμή που με ρωτάνε την άποψή μου για τον κόσμο που ζω και απαντάω το παραπάνω, σκέφτομαι γάτες και βυζιά (ενίοτε και γάτες με βυζιά). Και τι υπέροχα που είναι, να μπορείς, επειδή έτυχε να ασχολείσαι με τις λέξεις από πολύ μικρός, να μπορείς να είσαι γλαφυρός σε αφηρημένα, χιλιοκουβεντιασμένα θέματα, όπου ξέρεις ότι θα κάνεις τις λογοτεχνικές σου μπιέλες και αν βρεθείς ξαφνικά σε αδιέξοδο, επικαλείσαι την ίδια την ανοιχτής υφής φύση του θέματος και βγαίνεις από πάνω (ή απλά "πιο διαβασμένος").

Γνώρισα ανθρώπους, στη μέχρι τώρα σύντομη πορεία της ζωής μου, που με έκαναν να αισθάνομαι ντροπή που ονομάζομαι κι εγώ "άντρας" όπως κι αυτοί. Έναν-δυο τους γνώρισα προσωπικά και με μεγάλη μου τιμή λέω ότι συζητώ μαζί τους σχεδόν καθημερινά. Άλλον ένα-δυο τους γνώρισα μέσα από το έργο τους, αλλά είναι τόσο μεγάλη η αφοσίωση και η αγάπη μου για αυτό, που με μεγάλη ειλικρίνεια λέω πως πλέον το κατέχω δίπλα μου, μέσα μου, και αυτό είναι το μόνο που με έσωσε ως τώρα. Γιατί πραγματικά, πολλά κοντινά μου πρόσωπα, αν ήξεραν πόσο κενός είμαι, σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους με τους οποίους έχω συναναστραφεί εδώ και χρόνια, δεν πιστέυω ότι θα είχαν πλέον θέληση για συναναστροφές, με ένα σκιάχτρο εντυπώσεων και θρυμματισμένης αυτοεκτίμησης.

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Σαπια.

Κείνη η μουνάρα με το ξύλινο πόδι και τα σιδερένια δόντια
στο ίδιο τραπέζι με πέντε βρωμιαρέους, ο ένας Γάλλος μάλλον,
με αντιανεμικά γεμάτα σκόνη και άπλυτα μακριά μαλλιά,
που καπνίζανε σα πούστηδες και γελάγανε απελπιστικά δυνατά
με ανούσιες μαλακίες που προφανώς μόνο αυτοί έβρισκαν αστείες,
χύνανε ούζα στο πάτωμα αφού τα κάνανε γαργάρες
για να το γλύφουν τα αδέσποτα γατιά και να πέφτουνε ξερά πίσω απ τα τενεκέδια.
Οι πόρνες, χοντρές, με τις τεράστιες βυζάρες, σερβίρανε μπύρες όλη νύχτα
βαμμένες με τα χρώματα του πολέμου- ω θεέ και κύριε
και η μόνη που έμοιαζε να έχει "αρχές", μια φοιτητριούλα
που προφανώς ένιωθε άβολα στο μπουρδελομάγαζο,
με τον ψιλομεθυσμένο γκόμενό της να την γραπώνει απ τον ώμο συνεχώς
γελώντας με τους φίλους του, και αυτή να του αρπάει το χέρι κάθε φορά
και να το εκτοξεύει πίσω
αυτή αργότερα με ρώτησε αν ήμουν φοιτητής
και της είπα ότι δήθεν δούλευα στα καράβια- έφτιαξα και μερικές ιστορίες,
με κοίταγε μαγεμένη και πίστευε ό,τι της πρόσφερα
μάλλον συνειδητά
καλή κοπέλα, ήπιαμε δυο μπύρες παρέα και μετά την έκανε
ενώ ο γκόμενός της και η παρέα του με κοίταγαν θέλοντας να με δείρουν,
χαίρε! μεγάλε κομπλέξα του σαββατοκύριακου
γράπωσα μια γάτα και τη χάιδεψα με το ζόρι ενώ αυτή τραβιότανε
αλλά μετά έγλυφε τη μπύρα απ τα μούσια μου
Σηκωθήκαμε, όχι αρκετά πιωμένοι για να υποσχεθούμε ότι θα ξανάρθουμε αύριο
φύγαμε χωρίς να πληρώσουμε, ρίξαμε πιστόλι και τον πούλο
δε χρειάζεται να πληρώνεις για όλα σε αυτή τη ζωή, ειδικά αν είναι σάπια.

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2009

Αυτή.

Καθώς αυτή σέρνεται στα σεντόνια,
ύπουλο πλάσμα, μάτια πράσινα σαν το θάνατο της δουλοπρέπειας,
γυμνή, παρακαλώντας σε με μεγαλειώδη τρόπο να την ξεσκίσεις,
να την ανοίξεις στα δύο και να μείνεις εκεί,
φορώντας το δέρμα της, σαν άλλο ερπετό,
τότε καταλαβαίνω:

"Έρωτας" είναι να γαμάς.
"Έρωτας" είναι να πίνεις.
"Έρωτας" είναι να μαστουρώνεις.
"Έρωτας" είναι να χαρίζεις.
"Έρωτας" είναι να παίρνεις με τη βία.
"Έρωτας" είναι να κατουράς εκεί που πριν έχυνες.
"Έρωτας" είναι να σέβεσαι, να αναγνωρίζεις.
"Έρωτας" είναι να χτυπάς, "έρωτας" είναι να σε χτυπάνε.
"Έρωτας" είναι να βγάζεις με μίσος τα μάτια αυτών που πρέπει, αν πρέπει.
"Έρωτας" είναι να λούζεσαι με κολπικά υγρά και να κοιμάσαι σαν έμβρυο.
"Έρωτας" είναι να γλύφεις ένα ζευγάρι ρώγες το χειμώνα,
"έρωτας" είναι να γραπώνεις βίαια τα κωλομάγουλα το φθινόπωρο,
"έρωτας" είναι να μαλακίζεσαι με τους πάντες το καλοκαίρι,
"έρωτας" είναι να γεννάς σαν κουνέλα νέα, άνγωστα συναισθήματα την άνοιξη.
"Έρωτας" είναι να ζεσταίνεις με το σώμα σου τον άλλον και συ να κρυώνεις,
"Έρωτας" είναι να απαιτείς από τον άλλον να πεθάνει για σένα, όπως κάνεις κι εσύ καθημερινά για αυτόν.
"Έρωτας" είναι να βαριέσαι, να πλήττεις, να θες να φύγεις μακριά,
"έρωτας" είναι να φεύγεις όντως μακριά,
"έρωτας" είναι να επιστρέφεις έχοντας λουστεί με βενζίνη ζωής
και να πετάς σπίρτα μπροστά από τον άλλον χαμογελώντας που γίνεσαι σκόνη.
"Έρωτας" είναι να αφήνεις τα μάτια σου ελεύθερα,
"έρωτας" είναι να προδίδεις,
"έρωτας" είναι να σε προδίδουν,
"έρωτας" είναι να κλέψεις και να σε κλέψουν,
"έρωτας" είναι να δαμάσεις το πούτσο σου και να ξεριζώσεις τη κλειτωρίδα σου συνειδητά,
"έρωτας" είναι να σπάσεις τα χαλινάρια των γεννητικών σου οργάνων την αμέσως επόμενη μέρα.

Χαϊδεύοντας, χύνοντας ουίσκι στο μεσαίο μου δάχτυλο
και βλέποντάς τη να το γλύφει αργά και απαλά,
πριν σκύψω σαν κηφήνας μπροστά από τη βασίλισσά μου
προσφέροντάς της το σάλιο μου, βλέποντάς τη να ταλαντεύεται με ηδονή,
πριν γίνω εγώ μετά ο δερβέναγας, ο δουλέμπορας,
και την αρπάξω βίαια, σαν ζώο, σαν βιαστής,
βλέποντάς την να αντιστέκεται, να δακρύζει κάλπικα,
και γεμίσω τις τρύπες της με κομμάτια του εαυτού μου,
πριν απ'όλα θυμάμαι ποιος είμαι, ποια είναι, και τι ζητάω.
Και ζητάω τα πάντα, όπως κι αυτή απαιτεί τα πάντα.
Ξέρουμε κι οι δύο, ενώ πλέον έχουμε πέσει ξεροί στο κρεβάτι,
και κοιτάμε τον καπνό απ τα τσιγάρα να φέρνει σβούρες στο ταβάνι,
ότι δε πρόκειται ποτέ, ούτε να τα δώσουμε, ούτε να τα λάβουμε.
Και έτσι είμαστε ικανοποιημένοι, στη στιγμιαία ευτυχία μας,
στην καθημερινή μας βόλη συναισθημάτων.

Μπουρανί 2

Πέραν της πλάκας όμως, και ξορκίζοντας την σοβαροφάνεια, το Μπουρανί αποτελεί δείγμα πολιτισμού. Στ'αρχίδια μου για εισαγωγές και αναλύσεις, ανθρωπολόγος δεν είμαι, και αν θέλετε κάτι ποιο "έγκυρο", ας πάτε σε κάποιον μορφωμένο να σας εξηγήσει ό,τι δε σας κάθεται καλά- το πιο απλό όμως, και ταυτόχρονα και πιο σημαντικό, είναι ότι πρέπει να κατανοήσουμε κάποτε ότι η τσιμεντοκαλλιέργεια και η κούφια αποστήθηση ρητών ή κειμένων, δεν είναι πολιτισμός. Πολιτισμός είναι να μπορείς, έχοντας ανοιχτές τις αντέννες σου, να δέχεσαι τα ερεθίσματα από παντού, και να τα φιλτράρεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργείς- απ την τελευταία μικροσκοπική κουράδα έμπνευσης, μέχρι τη μεγαλύτερη αψίδα. Και κατ' επέκτασην, αυτό σε παραλλαγές, μπορεί να ονομαστεί και "μόρφωση", μπορεί να ονομαστεί "διαπαιδαγώγηση", μπορεί να ονομαστεί και "τέχνη" σε συγκεκριμένες στιγμές.

Παραδείγματος χάρη. Σε μια από τις περιπλανήσεις μας στον φίσκα από τον κόσμο που γιόρταζε Τύρναβο, σε ένα δρομάκι, με ταβέρνες, όπου τραπέζια είχαν εκτοξευτεί έξω, δεν υπήρχε κυκλοφορία οχημάτων, και ντόπιοι, μασκαρεμένοι σαν σάτυροι με πουτσάρες από πηλό και κρατώντας αυτοσχέδια ραβδιά από κουδούνια και επίσης ψωλές, χόρευαν με τουρίστες τους παραδοσιακούς χορούς της γιορτής αυτής, μια τριμελής οικογένεια πλησίασε έναν απ' τους μασκαρεμένους ψωλαράδες. Ο πατέρας και η μάνα άφησαν το, θα'ταν δε θα'ταν 5χρονο κοριτσάκι, να πάει να περιεργαστεί το γιγάντιο (για το μέγεθος του πιτσιρικιού) πουτσόραβδο, να το πιάσει, να το αφουγκραστεί, και μετά το έβγαλαν φωτογραφία δίπλα από τους "αναίσχυντους καννίβαλους", στη μέση, ανάμεσα σε μεταμφιεσμένους ζωώδεις αρλεκίνους με υπερτροφικές ψωλές. Διαφωνεί κανείς ότι η αποποινικοποίηση του ανθρώπινου σώματος από μικρή ηλικία σε κάνει, μεγαλώνοντας, να το εκτιμάς και περισσότερο, αποφεύγοντας στενάχωρες μαλακίες (για όλους); Προφανώς και θα διαφωνήσει κάποιος, αν είναι κομπλεξικός, κρυφοτρόμπας, φεμινίστρια ή χριστιανόπληκτος φανατικός.

Είχα δει ένα σύνθημα που έλεγε, "το πάθος για την ελευθερία είναι μεγαλύτερο από τα κελιά". Λαμπρά, αλλά το πώς ήρθε το πράγμα για την ανθρώπινη φύλη, μας δείχνει το ακριβώς αντίθετο- ο κόσμος γουστάρει τα κελιά. Τα αποζητά. Και τα κελιά δεν είναι μόνο τετράγωνες, σιδερένιες μαλακίες. Γουστάρουμε να ενδίδουμε σε προκατασκευασμένες ηθικές, σε πλαστικά Lifestyle, στρεφόμαστε συνειδητά σε δήθεν "αντί" συμπεριφορές και ιδεολογίες οι οποίες στην ουσία είναι αντανάκλαση της μιζέριας μας, χτίζουμε τεράστια οικοδομήματα επειδή ντρεπόμαστε να παραδεχτούμε το πόσο μας αρέσει να γαμάμε την σεξουαλική μας επιθυμία, γιγαντώνουμε μια πολεοδομία (η οποία άρχισε να αναπτύσεται από παλιά για τον αντίθετο ακριβώς σκοπό: να μπορείς να γαμάς πιο εύκολα/γρήγορα) για να φτιάξουμε ένα τεράστιο κελί συναισθημάτων, εμπορευματοποίησης συνειδήσεων, εύκολης κομπίνας (κάθε είδους, δε μιλάω για Βατοπαίδια εδώ). Ξεχάσαμε τις ρίζες μας, οι οποίες είναι μόνο τρεις: τραγούδι, κρασί και μέλι. Μπροστά από την ειλικρίνεια και την αγνότητα μιας γιορτής σαν το Μπουρανί, μένουμε μαλάκες επειδή εμείς, τα υπερκοινωνικά με το ζόρι ζώα, προτιμάμε την βόλη της υποκρισίας και βαφτίζουμε το αληθινό "αισχρό" και το αγνό "δίχως ήθος", "αναίσχυντο", "βλάσφημο". Αφήσαμε μια ελίτ με ζαρωμένες μούρες και γεμάτα πορτοφόλια να κηρύξει πόλεμο με το ίδιο μας το σώμα, αφήσαμε τους εαυτούς μας να παρασυρθούν από ψευτο-ώριμες απαιτήσεις για "καλή ζωή μέχρι τα γεράματα", μείναμε μαλάκες επειδή δεν συνειδητοποιήσαμε ότι και η μεγαλύτερη αντικειμενικότητα είναι μια γενικευμένη υποκειμενικότητα, στον πυρήνα της, όταν έχει τη βάση της στον πανανθρώπινο τομέα.

Γι'αυτό θεωρώ ζωτικής σημασίας το να κρατήσει το έθιμο αυτό όσο μπορεί. Και με χαρά είδα ότι οι νέοι του τόπου όχι μόνο δε το σνομπάρουν, αλλά το αγκαλιάζουν με σεβασμό. Αν μη τι άλλο, όταν μια ολόκληρη πόλη για μια μέρα γεμίζει κόσμο, και έχεις όταν περπατάς στο δρόμο, αυτό το περίεργο συναίσθημα του ότι μπορείς να μιλήσεις με όλους σα να τους ξέρεις χρόνια, δε μπορείς παρά να ενδώσεις και να κολυμπήσεις μαζί με το κύμμα. Δηλώνω ότι θα γίνομαι μέρος της γιορτής του Μπουρανί σε όσο μεγαλύτερη συχνότητα μπορώ, του χρόνου δε, θα επιτεθώ κι εγώ μαζί με τους άλλους σε ανυποψίαστους, με τη πήλινη ψωλή μου ανα χείρας- και το αστείο είναι ότι δεν είμαι καν βουνίσιος, είμαι θαλασσινός σκατόφλωρος.

Μπουρανί

Εκείνη τη νύχτα ένιωθα υπερήρωας.
Κόσμος, θάλασσα χεριών απ το μεσημέρι μέχρι το βράδυ,
ηχεία και συχνότητες που σου κάνουν πλύση εγκεφάλου,
με πούτσα, πούτσα, πούτσα και πούτσα.
Ποτήρια κάτω, πάνω, αριστερά και δεξιά,
η Tabula Smaragdina του αλκοόλ, μπροστά μας
Αγοραφοβία χτυπάει την πόρτα,
αλλά όταν βλέπεις τους πάντες να'ναι ένα,
με πήλινες ψωλές, σάτυρους, Πάνες,
αυτοσχέδια ραβδιά με κουδούνια και πούτσες,
φλοκάτες αντί για τρίχωμα με πήλινες πούτσες
κολλημένες πάνω τους,
επιθέσεις σε περαστικούς/τουρίστες,
οι περισσότεροι γελάνε, και καλά κάνουν διότι έτσι πρέπει,
όταν τους σηκώνουν στον αέρα και τους σημαδεύουν με τη ψεύτικη ψωλή,
ή όταν τους χώνουν τη ψωλή στη μούρη για να τη φιλήσουν,
λέγοντας "Υγεία σε μας",
όταν βλέπεις λοιπόν τους πάντες να'ναι ένα,
αρχίδια αγοραφοβία έχεις,
όταν πίνεις με καλούς φίλους απ το μεσημέρι μέχρι το βράδυ,
και φεύγεις απ τα μαγαζιά αρκετές φορές στη ζούλα, χωρίς να πληρώσεις,
αρχίδια αγοραφοβία έχεις,
όταν κραδαίνεις και συ μια ψωλή, δειλά, και μιλάς σε αγνώστους,
που σε περνάνε για ντόπιο λόγο παρουσιαστικού,
αρχίδια αγοραφοβία έχεις,
όταν βλέπεις στρατιές από γκόμενες που κοιτάνε χαζά τις ψωλές
που είναι καρφωμένες στα μπουκάλια,
αρχίδια αγοραφοβία έχεις,
όταν σε φιλοξενούν ειλικρινείς, τίμιοι άνθρωποι, και σε ταϊζουν,
και προσφέρεσαι να τους βοηθήσεις και αυτοί ξέρεις ότι το εκτιμούν,
αρχίδια αγοραφοβία έχεις

Αλλά ένιωθα όντως υπερήρωας εκείνη τη νύχτα,
τελευταία νύχτα της γιορτής,
φαντασιωνόμουνα αμερικάνικες ταινίες γυρισμένες σε real time συνθήκες μπρος μου,
πώς δέρνω τον πούστη που οπλοφορεί,
πώς τρώω μαχαίρι αλλά ξαναδέρνω τον πούστη που οπλοφορεί,
πώς μου ορμάνε με γκλομπ μπάτσοι αλλά δέρνω τους πούστηδες που οπλοφορούν,
όλα αυτά καθισμένος στα σκαλιά πιο πέρα απ τους ξέφρενους χορούς,
καπνίζοντας και περιμένοντας το κεφάλι μου να ηρεμήσει απ τα ερεθίσματα
που κοπιάζουν να μπουν όλα μεμιάς, μπάτε σκύλοι αλέστε-
σαν πούτσες.

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Και ναι

ΚΑΙ νεο Big Business το 2009, Απρίλη, εγώ θα τσιμπήσω το βινύλιο που θα βγει νωρίτερα λέει, στα τέλη Μαρτίου. Το φαινομενικά ΚΑΛΟ νέο track "Gold and Final" μπορείτε να ακούσετε εδώ: http://spin.com/articles/exclusive-mp3-big-business-aural-assault

Άντε μωρέ να πούμε! Αυτά είναι!