Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Κοκκινολαίμης

Το μισό σπίτι είναι τίγκα στο σκοτάδι, αρχίζει να νυχτώνει και τα φώτα είναι σβηστά. Το άλλο μισό απ την άλλη, γεμάτο φως- ανοιχτός υπολογιστής, καθρέφτης απέναντι που αστράφτει και αντανακλά ένα τραπεζάκι με μια ξεραμένη μαλακία που κάποτε περνιόταν για λουλούδι, ένα άδειο μπουκάλι πλαστικό νερό και ένα επίσης άδειο μπουκάλι Jameson- λάβαρο μιας περιόδου που δε χρειαζόμουν μαθήματα αγγλικών για να γαμήσω. Κούπα με γαλλικά γραμμένα πάνω της με όμορφους χαρακτήρες, ένα άδειο σακούλι με φαγωμένη μπιφτεκόπιτα (8 το πρωί, παρακαλώ παρακαλώ, ο θάνατος του στομάχου), άδεια πακέτα τσιγάρα παντού- και αρχίζω και χαρμανιάζω, άδειο πιάτο με φακές, το μεσημεριανό μου.

Αλήθεια, όλα άδειασαν. Ακόμα και η φούσκα μου, το κεφάλι μου και το σώμα μου. Τυπικότατο και γραφικότατο, ξέρω- μα πέφτοντας χαμηλά δίνεις χώρο στο σπουδαίο για να προβληθεί. Το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι ενώ παραμένω κλεισμένος σε αυτό το κωλόσπιτο, που τόσο μισώ να αγαπάω, ακόμα δεν έχω φλιπάρει. Με τρομάζει αυτό το μαλακισμένο τσαρδί. Με τρομάζει επειδή ενώ μέσα του έχω την απαιτούμενη προσωπική ζωή που δε μπορώ να έχω στο χωριό, ταυτόχρονα απαιτεί από εμένα να δεχτώ και την απουσία ενεργητικότηας. Αμ δε.

Θέλω τόσο πολύ να βγω έξω για κανέναν καφέ- ήθελα, τώρα πλέον νύχτωσε, γάμησέ μας Παντελή. Η Αγγελική κοιμάται ακόμα, εγώ μόλις νιώθω να ξυπνάω από rollercoaster προηγούμενα που μου γάμησαν την ψυχολογία.

Το "venceremos" πέθανε, παλιομαλακισμένα. Χωνέψτε το.
Ζήτω τα κελιά μας, αυτά που όλοι καυλώνουμε να βρίζουμε, αλλά ποτέ δεν αποχωριζόμαστε/

Δεν υπάρχουν σχόλια: